Σε κατάσταση δημοσιονομικής παράλυσης εισήλθαν σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς η χρηματοδότηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης έχει εν μέρει διακοπεί, μετά την αποτυχία του Κογκρέσου να εγκρίνει προσωρινό προϋπολογισμό. Το νέο shutdown, το πρώτο από το 2018, φέρνει σε αναγκαστική αργία περίπου 750.000 ομοσπονδιακούς υπαλλήλους και προκαλεί σοβαρές δυσλειτουργίες σε δημόσιες υπηρεσίες και προγράμματα.

Η Γερουσία δεν κατάφερε να εξασφαλίσει τις απαιτούμενες 60 ψήφους για την έγκριση του σχεδίου χρηματοδότησης έως τις 21 Νοεμβρίου, με τους Ρεπουμπλικάνους να διαθέτουν 53 έδρες αλλά να μην εξασφαλίζουν τη στήριξη επτά Δημοκρατικών. Η διαφωνία επικεντρώθηκε στην παράταση της υγειονομικής κάλυψης μέσω του προγράμματος Obamacare, την οποία οι Δημοκρατικοί θεωρούν αδιαπραγμάτευτη, ενώ οι Ρεπουμπλικάνοι επιμένουν να εξεταστεί ξεχωριστά.

Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ υιοθέτησε σκληρή ρητορική, δηλώνοντας ότι το shutdown μπορεί να αποτελέσει ευκαιρία για περικοπές σε προγράμματα που θεωρεί «περιττά» και να οδηγήσει σε απολύσεις περίπου 300.000 υπαλλήλων έως τον Δεκέμβριο. Από την πλευρά τους, οι Δημοκρατικοί καταγγέλλουν την απουσία διάθεσης για διαπραγμάτευση και τονίζουν τις επιπτώσεις του κόστους ζωής στους πολίτες.

Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Λευκού Οίκου έχει ήδη δώσει εντολή για εφαρμογή σχεδίων συντεταγμένης αναστολής λειτουργίας, ενώ ανεξάρτητοι αναλυτές εκτιμούν ότι το shutdown μπορεί να διαρκέσει περισσότερο από προηγούμενα, λόγω της έντονης πολιτικής πόλωσης και της πίεσης που δέχονται τα κόμματα ενόψει των ενδιάμεσων εκλογών του 2026.

Ο καθηγητής Ρόμπερτ Πέιπ από το Πανεπιστήμιο του Σικάγο σημειώνει ότι το πολιτικό σκηνικό στις ΗΠΑ έχει μεταβληθεί ριζικά, με την επιρροή των ακραίων φωνών να δυσχεραίνει την επίτευξη συμβιβασμού. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε, «οι κανόνες της πολιτικής αλλάζουν και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πού θα οδηγήσει αυτή η σύγκρουση».

Με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ