Με δραστικά μέτρα και μια ομιλία που προκάλεσε αίσθηση, ο Γάλλος πρωθυπουργός Φρανσουά Μπαϊρού παρουσίασε το φιλόδοξο πρόγραμμά του για την ανάκαμψη των οικονομικών της χώρας. Επικαλούμενος τον «θανάσιμο κίνδυνο να συντριβεί λόγω του χρέους», ο Μπαϊρού ανακοίνωσε, μεταξύ άλλων, το πάγωμα των κρατικών δαπανών και την κατάργηση δύο αργιών, ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί στο «παράδειγμα» της Ελλάδας.

Η Γαλλία βρίσκεται σε μια «κρίσιμη στιγμή της ιστορίας της», όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός, καθώς το δημόσιο έλλειμμα ανήλθε στο 5,8% του ΑΕΠ το 2024, με το δημόσιο χρέος να αγγίζει το 114% του ΑΕΠ – το τρίτο μεγαλύτερο στην ευρωζώνη, μετά την Ελλάδα και την Ιταλία.

Ο Μπαϊρού, επικεφαλής μιας κυβέρνησης χωρίς κοινοβουλευτική πλειοψηφία και με περιορισμένα πολιτικά περιθώρια, χρησιμοποίησε το παράδειγμα της Ελλάδας, η οποία τέθηκε υπό διεθνή κηδεμονία τη δεκαετία του 2010 λόγω του χρέους της. «Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ποτέ την ιστορία της Ελλάδας», προειδοποίησε στην ομιλία του στο Παρίσι, υπογραμμίζοντας ότι «κάθε δευτερόλεπτο, το χρέος της Γαλλίας αυξάνεται κατά 5.000 ευρώ». Εξέπληξε τους Γάλλους που θεωρούν «φυσιολογικό εδώ και δεκαετίες το κράτος να πληρώνει για τα πάντα», δηλώνοντας ότι «έχουμε εθιστεί στη δημόσια δαπάνη».

Δύο άξονες για την οικονομική σταθεροποίηση: Μείωση χρέους και αύξηση παραγωγής

Το πρόγραμμα του Μπαϊρού δομείται γύρω από δύο κεντρικούς άξονες: τη μείωση του χρέους και την αύξηση της παραγωγής, σε μια συγκυρία υποτονικής ανάπτυξης. Παράλληλα, προβλέπεται εξοικονόμηση στις στρατιωτικές δαπάνες, οι οποίες όμως πρέπει να αυξηθούν κατά 6,7 δισεκατομμύρια ευρώ το 2026 λόγω των διεθνών εντάσεων. Στόχος του προγράμματος είναι η σταδιακή επαναφορά του ελλείμματος στο 2,9% του ΑΕΠ έως το 2029, το «όριο μετά το οποίο, σε μια χώρα όπως η δική μας, το χρέος δεν αυξάνεται πια».

Για την επίτευξη αυτού του στόχου, «το κράτος θέτει πρώτο κανόνα να μην δαπανήσει περισσότερα ευρώ το 2026 σε σχέση με το 2025, με εξαίρεση την αύξηση του βάρους του χρέους και των πρόσθετων δαπανών για τον προϋπολογισμό των ενόπλων δυνάμεων».

Μικρότερο δημόσιο, «συνεισφορά των πλουσιότερων» και μείωση φαρμακευτικών δαπανών

Το σχέδιο προβλέπει την κατάργηση 3.000 θέσεων εργασίας στον δημόσιο τομέα αρχής γενομένης από το 2026, καθώς και την «κατάργηση αντιπαραγωγικών υπηρεσιών». Οι συντάξεις πολλών συνταξιούχων δεν θα αυξηθούν το 2026, ενώ τα κοινωνικά επιδόματα στο σύνολό τους θα διατηρηθούν στο επίπεδο του 2025.

Σε απάντηση στις κατηγορίες προς τον Εμανουέλ Μακρόν ότι είναι πρόεδρος στην υπηρεσία των πλουσίων, η κεντροδεξιά κυβέρνηση προβλέπει «μια συνεισφορά των πλουσιότερων», η οποία θα καθοριστεί από τους βουλευτές. «Η προσπάθεια του έθνους πρέπει να είναι δίκαιη, δηλαδή να ζητούνται λίγα από αυτούς που έχουν λίγα και περισσότερα από αυτούς που έχουν περισσότερα», δήλωσε ο Μπαϊρού, ανακοινώνοντας επίσης την ενίσχυση της καταπολέμησης της κοινωνικής απάτης.

Όσον αφορά τις δαπάνες στην υγεία, ο πρωθυπουργός προβλέπει τη μείωση κατά 5 δισεκατομμύρια ευρώ των ετήσιων κοινωνικών δαπανών (κοινωνικές παροχές, αγαθά και υπηρεσίες, φορολογικές ελαφρύνσεις για κοινωνικούς σκοπούς). Το 2026, οι προσπάθειες σε κρατικές, τοπικές και κοινωνικές δαπάνες αναμένεται να επιφέρουν εξοικονόμηση 21 δισεκατομμυρίων ευρώ, με επιπλέον 7 δισεκατομμύρια από το πάγωμα των κοινωνικών παροχών και την κλίμακα φόρου εισοδήματος.

Κατάργηση αργιών και αντιδράσεις από την αντιπολίτευση

Στον δεύτερο άξονα, αυτόν της αύξησης της παραγωγικότητας, ο Μπαϊρού προτείνει την κατάργηση δύο από τις έντεκα επίσημες αργίες: τη Δευτέρα του Πάσχα, η οποία «δεν έχει καμία θρησκευτική σημασία», και την 8η Μαΐου, που τιμάται η επέτειος για το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην Ευρώπη. Το μέτρο αυτό «θα αποφέρει αρκετά δισεκατομμύρια στον κρατικό προϋπολογισμό», τόνισε.

Η πρόταση αυτή προκάλεσε άμεσες αντιδράσεις από την αντιπολίτευση. Ο πρόεδρος του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού (RN), Ζορντάν Μπαρντελά, κατήγγειλε αμέσως μια «πρόκληση», δηλώνοντας στην πλατφόρμα Χ ότι η κατάργηση αυτών των αργιών είναι «επίθεση ενάντια στην ιστορία μας, τις ρίζες μας και ενάντια στη Γαλλία της εργασίας».

Η Μαρίν Λεπέν απείλησε με κατάθεση πρότασης μομφής αν ο Μπαϊρού δεν αποσύρει το νομοσχέδιο. «Μετά από επτά χρόνια καταστροφικής σπατάλης, ο Εμανουέλ Μακρόν και ο Φρανσουά Μπαϊρού είναι ανίκανοι να κάνουν πραγματικές οικονομίες», έγραψε, κατηγορώντας την κυβέρνηση ότι προτιμά να «τα βάζει με τους Γάλλους, τους εργαζόμενους και τους συνταξιούχους αντί να κυνηγήσει τη σπατάλη».

Από την πλευρά του, ο επικεφαλής του κόμματος της ριζοσπαστικής αριστεράς Ανυπότακτη Γαλλία, Ζαν-Λικ Μελανσόν, δήλωσε στην πλατφόρμα Χ ότι «πρέπει να φύγει ο Μπαϊρού» και ότι «οι αδικίες δεν πρέπει πλέον να γίνονται αποδεκτές».