του Ιωάννη Ιντζέ *

Σε όλα τα ζοφερά που βιώνει η Ελλάδα με τα συνεχή σκάνδαλα, τη διαφθορά, τις υποκλοπές, και τη συγκάλυψη εγκλημάτων και ανομιών, υπάρχει μία κραυγή αγωνίας και ένα συνεχές ερώτημα: «Τι πρέπει να γίνει για να σταματήσουν αυτά και να λειτουργεί το Κράτος προς εξυπηρέτηση και ασφάλεια του πολίτη;»

Το Ελληνικό Σύνταγμα, στο άρθρο 26, έχει μία πολύ γενική αναφορά για τη διάκριση των εξουσιών, χωρίς να καθορίζει λεπτομέρειες. Η εκτελεστική, η νομοθετική και η δικαστική εξουσία, θα πρέπει να είναι διακριτές και ανεξάρτητες, προκειμένου να εξασφαλίζουν την σωστή και απρόσκοπτη λειτουργία ενός δημοκρατικού κράτους. Είναι όμως έτσι;

Επίσης μια από τις πληγές της πολιτικής μας ζωής είναι η κομματοκρατία, η προσπάθεια δηλαδή των κομμάτων της εξουσίας να χρησιμοποιήσουν το κράτος για κομματικό όφελος.

Σε λίγο, θα μπούμε σε μια συζήτηση για την Συνταγματική αναθεώρηση, και καλό είναι στην συζήτηση να μπουν ορισμένες προτάσεις που σκοπό έχουν να κάνουν πιο διακριτές τις τρεις εξουσίες και να μειώσουν τις παρενέργειες της κομματοκρατίας.

1ον Ασυμβίβαστο Υπουργού – Βουλευτή

Στις κυβερνήσεις οι περισσότεροι Υπουργοί είναι και Βουλευτές. Δηλαδή είναι ταυτόχρονα αυτοί που νομοθετούν και αυτοί που θα εφαρμόσουν τους νόμους. Και φυσικά ο κάθε Υπουργός χρησιμοποιεί όλον τον μηχανισμό εξουσίας που έχει για να εδραιώσει την θέση του και να ξαναβγεί Βουλευτής ή να γίνει ο επόμενος Πρωθυπουργός.

Συνεπώς στο νέο Σύνταγμα θα πρέπει να προβλέπεται ότι όταν ένας Βουλευτής αναλαμβάνει Υπουργικά καθήκοντα, θα πρέπει να παραιτείται από τη θέση του Βουλευτή.

Επίσης, θα πρέπει να προβλέπεται ότι ένας Υπουργός δεν θα μπορεί να συμμετέχει στις επόμενες Βουλευτικές  εκλογές, προκειμένου να μην έχει πλεονεκτική θέση σε σχέση με τους άλλους υποψήφιους που δεν έχουν υπουργικά καθήκοντα. Το ισχύον Σύνταγμα στο άρθρο 56 προβλέπει κώλυμα για συμμετοχή σε εκλογές για διοικητές, υποδιοικητές,…νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, καθώς και ανωτέρων και ανωτάτων αξιωματικών των ΕΔ, και των σωμάτων ασφαλείας, ακόμα και γενικούς γραμματείς υπουργείων ή αυτοτελών γενικών γραμματειών ή περιφερειών. Για Υπουργούς όμως δεν γίνεται λόγος, όταν αυτοί είναι που έχουν την πραγματική εξουσία και τις ευκαιρίες για ρουσφέτια που τους δίνει ο υπουργικός θώκος.

Με το μέτρο αυτό όσοι αναλαμβάνουν υπουργικά καθήκοντα θα επικεντρώνονται στο έργο τους και όχι στην  επανεκλογή τους.

Εφόσον εφαρμοσθεί αυτό, δεν θα μπορεί ο εκάστοτε Πρωθυπουργός να τάζει υπουργικές θέσεις στους βουλευτές του για να εξασφαλίζει την τυφλή τους υπακοή. Ούτε φυσικά θα μπορεί να παίζει με τον κάθε ανασχηματισμό και να ανακυκλώνει τα ίδια πρόσωπα. Με το μέτρο αυτό εκτιμάται ότι θα μειωθεί και ο αριθμός του Υπουργικού Συμβουλίου ο οποίος έχει φτάσει σε αριθμό  ρεκόρ. (63). Άλλωστε το μικρό και ευέλικτο σχήμα είναι πάντοτε στις προεκλογικές δηλώσεις των αρχηγών των κομμάτων.

2ον Όριο στις Βουλευτικές Θητείες.

Εάν δεχτούμε ότι η πολιτική δεν πρέπει να είναι επάγγελμα τότε θα πρέπει να υπάρχει ένα όριο στις βουλευτικές θητείες (πχ. μέχρι τρεις). Έτσι θα σταματήσουμε να βλέπουμε υπέργηρους βουλευτές που εκλέγονται για 20 και 30 συνεχόμενα χρόνια και φυσικά δεν δίνουν τον χώρο για να εκλεγούν άλλα πιο νέα μέλη. Διότι, ένας παλαιός Βουλευτής έχει αναπτύξει ένα κομματικό μηχανισμό που του επιτρέπει να ενεργεί προνομιακά έναντι των άλλων υποψηφίων του στην κάθε εκλογική περιφέρεια.

Στο εύλογο ερώτημα «εάν κάποιος είναι πολύ καλός γιατί να μην εκλέγεται συνεχώς Βουλευτής;», μπορούμε να πούμε το εξής: Ένας πολίτης που θα εκλεγεί Βουλευτής μετά από μία ή δύο θητείες έχει αποκτήσει μία πολιτική ωριμότητα και εμπειρία την οποία η εκάστοτε Κυβέρνηση θα πρέπει να αξιοποιήσει για διάφορες θέσεις υψηλής ευθύνης. Πέρα από τις υπουργικές θέσεις υπάρχουν και δημόσιοι οργανισμοί στου οποίους απαιτείται να τοποθετούνται Διοικητές με εγνωσμένη ικανότητα και εμπειρία. Συνεπώς οι καλοί και ικανοί θα πρέπει να έχουν εξουσία και αρμοδιότητες και όχι μόνιμο έδρανο στην Βουλή.

3ον Ανεξάρτητη Δικαιοσύνη

Η Δικαιοσύνη θα πρέπει να είναι τελείως ανεξάρτητη για να μπορεί να ελέγχει τις αυθαιρεσίες της Κυβέρνησης. Συνεπώς, η ηγεσία της δεν θα πρέπει να διορίζεται από την εκάστοτε Κυβέρνηση, αλλά και οι αφυπηρετούντες δικαστές δεν θα πρέπει να λαμβάνουν δημόσια αξιώματα για τουλάχιστον 3 έτη μετά από την συνταξιοδότηση τους. Έτσι κόβεται ο ομφάλιος λώρος των συναλλαγών μεταξύ Κυβέρνησης και δικαστών.

Και φυσικά ενώπιον της Δικαιοσύνης θα πρέπει να προσάγονται όλοι οι πολίτες, χωρίς εξαιρέσεις. Η κρίση για το εάν κάποιος παραβιάζει τον νόμο είναι αμιγώς νομική κρίση και δεν μετατρέπεται σε πολιτική επειδή ο φερόμενος ως παραβάτης είναι υπουργός.

Να γιατί έχουμε ατιμωρησία βασικών υπευθύνων σε πολλά σκάνδαλα και εγκλήματα, αφού τόσο το άρθρο 86 του Συντάγματος όσο και ο νόμος περί ευθύνης Υπουργών, θέτουν τους Υπουργούς υπεράνω των νόμων, ενώ η Βουλή λειτουργεί ως πλυντήριο εγκληματών, όπως είδαμε με το έγκλημα των Τεμπών και το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ. Και όταν υπάρχει ατιμωρησία, τα σκάνδαλα και οι παρανομίες θα συνεχίζονται χωρίς σταματημό.

Εάν λειτουργούσε αποτελεσματικά η Δικαιοσύνη δεν θα είχαμε τηλεφωνικές υποκλοπές σε βάρος βουλευτών, υπουργών, της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων και δημοσιογράφους. Δεν θα είχαμε τον μηχανισμό εξαγοράς συνειδήσεων στην Κρήτη μέσω των γεωργικών επιδοτήσεων του ΟΠΕΚΕΠΕ. Δεν θα είχαμε 23 δισεκατομμύρια ευρώ δημόσιες συμβάσεις με κλειστές διαδικασίες ή με απευθείας αναθέσεις την τελευταία 5ετία και πολλά άλλα.

4ον Απαγόρευση δανεισμού κομμάτων

Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ έχουν πάνω από 1 δισεκατομμύριο χρέη. Χρέη που προήλθαν από δανεισμό για την υποστήριξη της κομματικής προπαγάνδας και εκδηλώσεων. Και όλα αυτά παρά τις γενναίες κρατικές επιδοτήσεις που λαμβάνουν αλλά και τις δυνατότητες που δίνουν οι ισχύοντες νόμοι για προσλήψεις επιστημονικού προσωπικού, απεσπασμένων σε Βουλευτές και στο Κόμμα και πολλά άλλα.

Συνεπώς, εδώ θα πρέπει να περιληφθούν δύο διατάξεις στο νέο Σύνταγμα. Να απαγορευθεί  στα κόμματα να δανείζονται καθ’ οιονδήποτε τρόπο και όσα κόμματα έχουν χρέη να μην μπορούν να συμμετέχουν στις βουλευτικές εκλογές. Η πρόταση δεν είναι ακραία εάν θέλουμε να περιορίσουμε την κομματοκρατία και τις συνέπειες που έχει στην λειτουργία της δημόσιας διοίκησης.

Τα Υπουργεία, το διπλωματικό σώμα, οι ένοπλες δυνάμεις και γενικά η δημόσια διοίκηση διαθέτουν πολύπειρα στελέχη που μπορούν να εγγυηθούν την σωστή λειτουργία του Κράτους και θα πρέπει να λειτουργούν ανεξάρτητα Κυβερνήσεων. Στην Ελλάδα καταντήσαμε να έχουμε ισχυρές Κυβερνήσεις αλλά διαλυμένο Κράτος.

Οι Έλληνες πολίτες πρέπει να αποκτήσουν ξανά εμπιστοσύνη στους θεσμούς του κράτους και στην Δικαιοσύνη.

Αυτό πρέπει να αποτελέσει απαράβατο όρο για την επιβίωση της πατρίδας μας.

Συνταγματική αναθεώρηση λοιπόν. Μια τελευταία ευκαιρία.

—————————————-

* Ο Ιωάννης Ιντζές είναι Αντιστράτηγος ε.α. απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας και κάτοχος Μεταπτυχιακού στην «Εφαρμοσμένη Στρατηγική και τη Διεθνή Ασφάλεια». Είναι Διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Προέδρου της ΝΙΚΗΣ και Επιστημονικός Συνεργάτης στην Βουλή, Υπεύθυνος του Τομέα Εθνικής Άμυνας και αναπληρωματικό μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής.