Ιωάννης Ιντζές: Η εγχείρηση πέτυχε αλλά ο ασθενής απεβίωσε
του Ιωάννη Ιντζέ *
Μια εγχείρηση έχει σκοπό την επιβίωση και τη βελτίωση της υγείας ενός ασθενούς. Δεν μπορούμε να μιλάμε για επιτυχημένη εγχείρηση εάν ο ασθενής αποβιώσει. Κάπως έτσι μπορεί να περιγραφεί και η κατάσταση του «πειράματος» στην ελληνική οικονομία.
Μετά τα εγκληματικά μνημόνια έχουμε περιέλθει σε μία μακρά και ατελέσφορη προσπάθεια ανάταξης της οικονομίας. 15 χρόνια κρίσης και λιτότητας δεν δικαιολογούνται ούτε μετά από πολέμους. Πολλοί δεν έχουν κατανοήσει ότι, μετά τα μνημόνια προσπαθούμε να γεμίσουμε ένα τρύπιο βαρέλι (τα ταμεία των δανειστών) εξοντώνοντας τους πολίτες και διαλύοντας το κράτος. Επιπλέον, οι νέοι μας μη αντέχοντας την κατάσταση αυτή, μεταναστεύουν στο εξωτερικό, ενώ ταυτόχρονα παράνομοι μετανάστες εποικίζουν την Ελλάδα για να καλύψουν κενές θέσεις εργασίας.

Δυσβάσταχτοι φόροι, επιβαρύνσεις σε βασικά αγαθά (μέχρι τώρα έχει γλιτώσει το νερό) και αχαλίνωτη ακρίβεια χωρίς κανέναν έλεγχο, σε τρόφιμα, ενέργεια, ενοίκια, μετακινήσεις, φάρμακα, υπηρεσίες.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι βασική απαίτηση των μνημονίων ήταν η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας (αξιοποίηση το ονόμασαν). Κάθε τι δημόσιο έχει περιέλθει στο λεγόμενο ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟ (μετονομάστηκε σε GROUTH FUND) το οποίο με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς καμία προηγούμενη εκτίμηση αξίας ξεπουλά χωρίς να υπόκειται σε κανέναν δημόσιο έλεγχο, ενώ τα διευθυντικά του στελέχη έχουν ασυλία για τις πράξεις τους. Έτσι φαίνεται ότι εισρέουν έσοδα για το κράτος που προέρχονται από την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας. Πρόσφατα είχαμε την πώληση της ΕΓΝΑΤΙΑΣ οδού, του λιμανιού του ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ, κλπ.
Με αυτά τα δεδομένα έρχεται η Κυβέρνηση και πανηγυρίζει γιατί πέτυχε ένα υπερπλεόνασμα 11,4 δις στο προϋπολογισμό του 2024. Το γεγονός αυτό συνδυαζόμενο με την μικρή έστω ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας (2,3% για το 2024) θα ήταν πολύ θετικό. Το πλεόνασμα αυτό όμως θα μεταφερθεί για την εξόφληση του δημοσίου χρέους, αφού αυτό επιτάσσουν οι μνημονιακές δεσμεύσεις από το 2018. Ένα πλεόνασμα που θα μπορούσε να ενισχύσει την εθνική οικονομία.
Και η ενίσχυση αυτή θα έπρεπε να ήταν προς διάφορους άξονες. Πρώτον, για ενίσχυση του σχεδίου δημοσίων επενδύσεων, όπου είμαστε τελευταίοι στην Ευρώπη (με 13,9% επί του ΑΕΠ). Δεύτερον στην ενίσχυση των χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων, γεγονός που θα τόνωνε την αγορά και την κατανάλωση με συνεπακόλουθα οφέλη και για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Και τρίτον, σε τομείς όπως η παιδεία, η υγεία και η κοινωνική μέριμνα.
Τελικά μόνο ένα 10% περίπου θα δοθεί για ενίσχυση ενοικίου, με την μορφή επιδόματος και αυτό από τον προσεχή Νοέμβριο. Τίποτα μόνιμο. Του χρόνου ή πριν τις εκλογές πάλι επαιτεία και επιδόματα.
Είναι άλλωστε πάγια τακτική των τελευταίων Κυβερνήσεων να διανέμουν «επιδόματα» και κάθε είδους «pass» για να δημιουργηθεί η εντύπωση της προσφοράς. Όταν με αντισυνταγματικές μεθόδους έχει κοπεί ο 13ος και 14ος μισθός και έχουν μειωθεί οι μισθοί τουλάχιστον 20-30%, δεν μπορεί να έρχεται η κάθε Κυβέρνηση και να δείχνει δήθεν κοινωνικό πρόσωπο μοιράζοντας τα κλεμμένα. Είναι υποκριτικό και ανέντιμο.
Τα οικονομικά πάντα έχουν διπλές αναγνώσεις και σχετίζονται με το ποιος επωφελείται από ένα επίτευγμα. Στην περίπτωση των πλεονασμάτων επωφελούνται οι δανειστές μας οι οποίοι θα πάρουν την μερίδα του λέοντος, ενώ θα δοθούν ψίχουλα σε κοινωνικά ευάλωτους πολίτες. Για ενίσχυση της μεσαίας τάξης, η οποία έχει πληγεί περισσότερο από όλους, δεν γίνεται καν λόγος.
Ο κ. Πιερρακάκης ρίχνει πάλι την ευθύνη στους πολίτες, όπως κάποιοι παλαιότερα, λέγοντας ότι «εμείς τα φάγαμε». Μίλησε για ανάγκη αποταμιεύσεων και ότι πρέπει «να παραδώσουμε στους πιο νέους μια χώρα δημοσιονομικά υγιή στην οποία δουλεύοντας να μπορέσουν να προκόψουν». Μεγάλη υποκρισία και ψέμα.
Άραγε, δεν φταίνε οι πολιτικές ηγεσίες που εξαγόρασαν την ψήφο και την ανοχή των πολιτών με δάνεια και επιδοτήσεις;
Δεν φταίει η δική του Κυβέρνηση που κυβέρνησε τόσα χρόνια μετά την μεταπολίτευση;
Και έτσι όπως τα «καταφέραν» ένα είναι σίγουρο: η επόμενη γενιά θα μεγαλώσει σε ένα Κράτος που δεν θα έχει τίποτα δικό του γιατί όλα θα έχουν ξεπουληθεί. Ενέργεια, επικοινωνίες, δρόμοι, λιμάνια, αεροδρόμια, οργανισμοί, όλα θα είναι ιδιωτικά και πανάκριβα. Ότι χτίσανε και αποκτήσανε οι γενιές των Ελλήνων με κόπο και ιδρώτα έχουν ξεπουληθεί με τα Μνημόνια. Και αφού έχει συντελεστεί αυτό το εθνικό έγκλημα (δεν είναι υπερβολή ο χαρακτηρισμός) τώρα μιλάνε για δημοσιονομική σταθερότητα και ευθύνη.
Επιχαίρει και ο κ. Χατζηδάκης (πρώην Υπουργός Οικονομικών) διότι είχαμε την καλύτερη επίδοση στην Ευρώπη στη μείωση του δημοσίου χρέους. Τις χειρότερες επιδόσεις που αφορούν την αγοραστική δύναμη, την φτώχια, την έλλειψη επενδύσεων, την έρευνα, κλπ δεν τις λαμβάνει υπόψη; Εκεί είναι το θέμα μας. Ποιόν υπηρετεί μία Κυβέρνηση; Τους δανειστές ή τον Ελληνικό λαό όπως επιτάσσει το Σύνταγμα. Αυτό είναι το κύριο ερώτημα και δεν είναι λαϊκίστικο. Είναι εξόχως πολιτικό.
Πολλά από τα παραπάνω έλεγε και ο κ. Μητσοτάκης, πριν γίνει Πρωθυπουργός.
Το 2017 είχε δηλώσει «Δεν είναι μεταρρύθμιση να δίνεις 400 ευρώ στους νέους 18-24 ετών για να περάσουν καλύτερα τα Χριστούγεννα…Αυτό είναι ένα φιλοδώρημα, δεν είναι οι βαθιές αλλαγές που περιμένουν σήμερα οι νέοι».
Το 2018 είχε δηλώσει «Ο Τσίπρας διέλυσε φορολογικά τη μεσαία τάξη για να δημιουργήσει μεγαλύτερα πλεονάσματα από αυτά που χρειαζόταν, ώστε να έχει τη δυνατότητα να μοιράζει επιδόματα σε αυτούς που θεωρεί εκλογική πελατεία. Είναι μία ταξική πολιτική ισοπέδωσης προς τα κάτω».
Και η ερώτηση όλων ημών των μη ειδικών περί των οικονομικών είναι: Πότε είχε δίκαιο ο κ. Μητσοτάκης, τότε ή σήμερα;
* Ο Ιωάννης Ιντζές είναι Αντιστράτηγος ε.α. απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας και κάτοχος ΜΑ στην «Εφαρμοσμένη Στρατηγική και τη Διεθνή Ασφάλεια». Είναι Διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του Προέδρου της ΝΙΚΗΣ και Υπεύθυνος του Τομέα Εθνικής Άμυνας.