Η βιομηχανία της Θεσσαλονίκης πρωτοπορεί σε επενδύσεις και εξαγωγές | Τι δείχνει έρευνα του ΙΝΣΕΒΕ
Οι μεταποιητικές επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης αναδεικνύονται ως οι πιο δραστήριες επενδυτικά και εξαγωγικά τα τελευταία δύο χρόνια, ξεπερνώντας τόσο εκείνες της Αττικής όσο και τον μέσο όρο της χώρας. Αυτό προκύπτει από έρευνα του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΙΝΣΕΒΕ), σε συνεργασία με την «Palmos Analysis», τα ευρήματα της οποίας παρουσιάστηκαν σήμερα σε συνέντευξη Τύπου. Οι επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης επένδυσαν επιπλέον σημαντικά περισσότερο σε έρευνα και ανάπτυξη και ανέλαβαν μεγαλύτερα ρίσκα στην επενδυτική τους στρατηγική.
Σύμφωνα με την έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 603 μεταποιητικών επιχειρήσεων πανελλαδικά, το 76% των επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης (από δείγμα 100) πραγματοποίησαν κάποια επένδυση την τελευταία διετία. Το ποσοστό αυτό είναι σημαντικά υψηλότερο σε σύγκριση με το 64% στο σύνολο της χώρας και το 60% στην Αττική.
Οι επενδυτικές προτεραιότητες των επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης είναι σαφώς πιο εξαγωγικές (28% έναντι 18% πανελλαδικά) και προσανατολισμένες στην έρευνα και ανάπτυξη (27% έναντι 16%). Παραδόξως, το φορολογικό πλαίσιο επηρεάζει αισθητά λιγότερο τις επενδυτικές τους αποφάσεις (19% έναντι 42% στην Αττική), ενώ το κόστος ενέργειας και πρώτων υλών ασκεί πολύ μεγαλύτερη επίδραση. Επιπλέον, το αντικίνητρο των καθυστερήσεων στις επιχειρηματικές διαδικασίες αναφέρεται πολύ πιο έντονα από τις μεταποιητικές επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης (47% έναντι 22% στην Αττική).
Προκλήσεις και χρηματοδότηση επενδύσεων στην Ελλάδα
Σε πανελλαδικό επίπεδο, δύο στις τρεις μεταποιητικές επιχειρήσεις επένδυσαν την τελευταία διετία. Οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις (άνω των 10 εκατ. ευρώ τζίρο) πρωτοστατούν με 98%, ενώ οι μικρότερες (κάτω του 1 εκατ. ευρώ κύκλο εργασιών) εμφανίζονται πιο διστακτικές, με σχεδόν τις μισές να μην έχουν προβεί σε καμία επενδυτική κίνηση. Η μελέτη καταδεικνύει πως οι επιχειρήσεις που επενδύουν είναι αυτές που δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας, καινοτομούν και εξάγουν.
Ωστόσο, οι επενδύσεις γίνονται κυρίως με ίδια κεφάλαια, χωρίς συστηματική κρατική βοήθεια, προγράμματα ή τράπεζες, και μάλιστα εντός ενός ασταθούς, φορολογικά αβέβαιου και διοικητικά δυσλειτουργικού περιβάλλοντος. Ένας βασικός παράγοντας που δυσχεραίνει τις επενδύσεις είναι η έλλειψη εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού. Ειδικά για τη Θεσσαλονίκη, αυτό το πρόβλημα είναι ακόμα πιο έντονο (54% έναντι 41% πανελλαδικά).
Ο διευθυντής ερευνών της Palmos Analysis, Πασχάλης Αλέξανδρος Τεμεκενίδης, σημείωσε πως «οι μικρότερες επιχειρήσεις επενδύουν με το βλέμμα κυρίως στην επιβίωση και οι μεγαλύτερες με το βλέμμα στο μέλλον». Τρεις στις τέσσερις επιχειρήσεις χρηματοδότησαν τις επενδύσεις τους με ίδια κεφάλαια. Επιχορηγήσεις (12,3%) και τραπεζικός δανεισμός (11,5%) είναι πολύ πιο πίσω, με τις τράπεζες να χαρακτηρίζονται από «βαριές» διαδικασίες, υψηλά επιτόκια και απαιτητικές εγγυήσεις. Ο δε αναπτυξιακός νόμος αξιοποιήθηκε μόλις από τρεις στις δέκα επιχειρήσεις, με κύρια αντικίνητρα τη γραφειοκρατία και τις καθυστερήσεις. Συνολικά, το υφιστάμενο πλαίσιο κινήτρων για επενδύσεις στην Ελλάδα κρίνεται αναποτελεσματικό από το 89% των μεταποιητικών επιχειρήσεων. Μείωση φόρων, ασφαλιστικών εισφορών και κόστους ενέργειας θεωρούνται απαραίτητα για μελλοντικές επενδύσεις.
Επενδυτικές προτεραιότητες και αξιολόγηση περιβάλλοντος
Η αγορά μηχανολογικού και λοιπού εξοπλισμού αποτελεί τη «νούμερο ένα» επενδυτική προτεραιότητα της τελευταίας διετίας (82%), δείχνοντας μια μάλλον συντηρητική επενδυτική προσέγγιση, καθώς πολύ λιγότερες (23%) ήταν οι επενδύσεις σε έρευνα και ανάπτυξη για νέα προϊόντα. Η αγορά λογισμικού (42%) και η εκπαίδευση προσωπικού (27%) ήταν επίσης δημοφιλείς. Κύριοι λόγοι για επενδύσεις ήταν η αύξηση της παραγωγικής δυναμικότητας (52%), η ανάγκη αντικατάστασης εξοπλισμού (43%) και η μείωση λειτουργικού κόστους (35%).
Το φορολογικό περιβάλλον (52%) και οι καθυστερήσεις στις διαδικασίες (44%) αποτελούν τα κύρια εμπόδια στην επενδυτική δραστηριότητα. Για το μέλλον, η αδυναμία εξεύρεσης εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού (41%) και η αστάθεια του διεθνούς περιβάλλοντος (37%) αναφέρονται ως βασικοί παράγοντες που δυσχεραίνουν την υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων.
Η αξιολόγηση του επενδυτικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα είναι αρνητική για την πλειονότητα των επιχειρήσεων, με το 47% να το βαθμολογεί κάτω από τη βάση (0-4). Ωστόσο, οι μεγάλες και οι εξαγωγικές επιχειρήσεις έχουν πιο θετική άποψη.
Έξι στις δέκα μεταποιητικές επιχειρήσεις δηλώνουν πρόθεση να επενδύσουν και το επόμενο 12μηνο. Το ποσοστό αυτό αγγίζει ή και ξεπερνά το 90% στις μεγάλες επιχειρήσεις και το 71% στις επιχειρήσεις της Θεσσαλονίκης. Οι μισές από αυτές προβλέπουν αύξηση των επενδυτικών τους δαπανών, ενώ δύο στις τρεις μεγάλες αναμένουν σημαντική αύξηση. Κύριες επενδυτικές προτεραιότητες για το επόμενο έτος είναι η μείωση του λειτουργικού κόστους (50%), η παραγωγή νέων προϊόντων (33%) και η αύξηση των εξαγωγών (30%).
Σχολιάζοντας τα ευρήματα, η πρόεδρος του ΣΒΕ, Λουκία Σαράντη, τόνισε: «Η ελληνική βιομηχανία χρειάζεται εθνική στρατηγική με υπερκομματική δέσμευση. Δεν ζητάμε προνόμια, αλλά συνθήκες ισοτιμίας και σταθερότητας». Κλείνοντας, υπογράμμισε την ανάγκη για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο για την ανάπτυξη, με τη βιομηχανία στο επίκεντρο, ως έναν διαχρονικά σταθερό πυλώνα οικονομικής και κοινωνικής συνοχής σε μια εποχή πολλαπλών κρίσεων και αβεβαιότητας.